Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

Πυθαγόρας και Δημόκριτος

Η φιλοσοφία ως τέχνη του βίου έχει τις απαρχές της πιθανότατα στον Πυθαγόρα και τους Πυθαγόρειους. Αν και φαίνεται αδύνατο να διακρίνει κανείς ανάμεσα στην πραγματική θεωρία του Πυθαγόρα και στις προσθήκες και τις διορθώσεις των οπαδών του, εντούτοις είναι σίγουρο πως η κοινότητα των Πυθαγορείων από την αρχή διέθετε έναν τρόπο ζωής, σύμφωνο με συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς. Ο όρκος μυστικότητας που υπήρχε μεταξύ των μελών καθιστά τις πληροφορίες που μας παραδίδονται ελάχιστες αλλά και αμφισβητήσιμες. Είναι όμως σίγουρο ότι στην κοινότητα εφαρμοζόταν μια πρακτική ασκήσεων και ότι κάποια γνωρίσματα του ασκητισμού, που τα συναντάμε στους νεότερους Πυθαγόρειους, προέρχονται από τις απαρχές της θεωρητικής αναζήτησής τους[1].
Ο Πυθαγόρας (586;-500; π.Χ.), εφοδιασμένος με όλη την πείρα που απέκτησε από τη σοφία της Ανατολής και τους νόμους της Κρήτης και της Σπάρτης, πήγε στον Κρότωνα και ίδρυσε τη σχολή του στην οποία δίδασκε φιλοσοφία, αλλά συνάμα ασκούσε τους μαθητές του με μεγάλη αυστηρότητα σε έναν τρόπο ζωής[2].
Μπορούμε να αναφερθούμε σε ορισμένες από τις ασκήσεις που εφάρμοζε ο Πυθαγόρας στη σχολή του: α) στη σιωπή, που αποσκοπούσε στη γαλήνη του πνεύματος, έτσι ώστε η διάνοια να απαλλάσσεται από τις περιττές σκέψεις και φλυαρίες και να μπορεί να διαλογίζεται με περισσότερη καθαρότητα[3], β) στον αυτοέλεγχο, που οδηγούσε με βαθμιαία πρόοδο στην αρετή· γνωστή είναι η άσκηση που βρίσκουμε στα Χρυσά Έπη (στ. 40-44), κατά την οποία ο ασκούμενος οφείλει να αναρωτιέται κάθε βράδυ: «Τι σφάλμα έκανα σήμερα; Τι καλό έκανα; Τι έπρεπε να πράξω και δεν το έπραξα;», έτσι ώστε να ελαττώνει σιγά-σιγά τις κακές πράξεις του[4], γ) στην εγκράτεια, που στοχεύει στον έλεγχο των παθών και την απόκτηση του μέτρου σε κάθε πράγμα[5], δ) στη μνημονική άσκηση, που αφορά την ενδυνάμωση της μνήμης ως οργάνου της μαθήσεως[6], ε) στην από κοινού ανάγνωση σημαντικών κειμένων, για την καλλιέργεια της γνώσης[7], στ) στη νηστεία και την αποχή από ορισμένα φαγητά, για τη σωματική και πνευματική κάθαρση[8].
Πυθαγόρειες ασκήσεις μπορεί κανείς να βρει διάσπαρτες στην αρχαία γραμματεία, γεγονός που αποδεικνύει την ευρύτερη επιρροή που άσκησε η τέχνη του βίου των Πυθαγορείων. Στο Περὶ τοῦ Σωκράτους δαιμονίου (585a 4-10), για παράδειγμα, ο Πλούταρχος αναφέρει μια παρόμοια δοκιμασία: πρώτα αθλούμαστε εντατικά για να ανοίξουμε την όρεξή μας για φαγητό· στεκόμαστε ύστερα μπροστά σε τραπέζια γεμάτα νοστιμότατα εδέσματα και, κατόπιν, αφού τα θαυμάσουμε, τα αφήνουμε στους υπηρέτες, ενώ εμείς αρκούμαστε στο φαγητό των υπηρετών[9].
Ο Δημόκριτος (460/457-380 π.Χ.) πριν επισκεφθεί την Αθήνα ταξίδεψε στην Ανατολή και μαθήτευσε στους Μάγους, στους Χαλδαίους των Περσών και στους σοφούς των Ινδών[10].
Είχε πετύχει μέσω της φιλοσοφίας να διαμορφώσει έναν τρόπο ζωής ιδιαίτερα πρωτότυπο. Τίποτε δεν θεωρούσε άξιο για λύπη, γι’ αυτό και γελούσε πάντα και για όλα. Πολλά λέγονται για το πώς διαχειρίσθηκε την πατρική του περιουσία[11], την οποία θεώρησε χρήσιμη μόνο για να ικανοποιήσει τη διάθεσή του για γνώση, ή για την αμφισβητούμενη αυτοτύφλωσή του, στην οποία λέγεται ότι προέβη, για να μπορεί να πετυχαίνει πιο εύκολα την ενδοσκόπησή του[12]. Τόση υπήρξε, μάλιστα, η κυριαρχία του πνεύματός του πάνω στο σώμα του ώστε θεωρείται ότι μπόρεσε να κανονίσει και τη στιγμή του θανάτου του[13].
Ο Δημόκριτος υποστήριζε ότι πολλές φορές στη ζωή συναντάμε συνετούς νέους και ξεμωραμένους γέρους, γιατί ο χρόνος από μόνος του δεν αρκεί, για να γίνει κανείς φρόνιμος· χρειάζεται, βέβαια, να συμβάλει η φύση του ανθρώπου, αλλά πρέπει να συμβάλει και η «τροφή», δηλαδή η παιδεία[14]. Δεν απέκλειε βεβαίως το ενδεχόμενο να είμαστε ενάρετοι από τη φύση μας, αλλά θεωρούσε ότι οι περισσότεροι το πετυχαίνουμε μέσα από την παιδεία[15]. Η φύση και η παιδεία βοηθούν η μία την άλλη: καθώς μορφωνόμαστε αλλάζουμε τη φύση μας[16].
Για τον Δημόκριτο, οι άνθρωποι πρέπει να προτιμούν την πνευματική ζωή από την υλική[17], να περιορίζουν τις επιθυμίες[18] τους και να σταματούν τις προσπάθειές τους μόνο όταν κατακτούν την «εὐθυμία» [19], τη σταθερή γαλήνη, έτσι ώστε να μην ταράζονται ούτε από φόβο ούτε από δεισιδαιμονίες ούτε από οποιοδήποτε άλλο πάθος.
Γι’ αυτό οφείλουμε τελικά να πιστέψουμε ότι όλα τα λάθη του πλήθους δεν θα έπρεπε να μας φαίνονται μισητά, αλλά γελοία, και θα έπρεπε να μιμηθούμε σ’ αυτό τον Δημόκριτο μάλλον παρά τον Ηράκλειτο. Γιατί ο τελευταίος, όποτε βάδιζε ανάμεσα στο πλήθος, συνήθιζε να κλαίει, ενώ ο πρώτος γελούσε· για τον Ηράκλειτο όλες οι ανθρώπινες καταστάσεις φαίνονταν δυστυ­χείς, για τον Δημόκριτο ασήμαντες. Γι’ αυτό θα έπρεπε να δούμε τα πάντα με πιο άνετη ματιά και να τα αντιμετωπίσουμε με πνεύμα συγκατάβασης. Ταιριάζει καλύτερα στον άνθρωπο να γελάει για τη ζωή παρά να θρηνεί γι’ αυτήν. Να προσθέσεις εδώ ότι όποιος γελάει τοποθετείται σωστότερα απέναντι στο αν­θρώπινο γένος παρά όποιος ολοφύρεται· γιατί ο πρώτος αφήνει κάποια περιθώρια στην ελπίδα, ενώ ο δεύτερος θρηνεί ανόητα για πράγματα που έχει απελπιστεί ότι θα τα δει να διορθώνο­νται. Αν μάλιστα δεις τα πάντα στο σύνολό τους, θα αντιληφ­θείς ότι εκείνος που δεν συγκρατεί το γέλιο του έχει πλατύτερο μυαλό από εκείνον που αδυνατεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του, μια και το γέλιο απελευθερώνει τα ηπιότερα των συναισθημά­των και γι’ αυτό ο συγκεκριμένος άνθρωπος θεωρεί ότι τίποτα δεν είναι σημαντικό. Τίποτα δεν είναι σοβαρό. Αλλά ούτε και αξιοθρήνητο μέσα στην όλη συγκρότηση της ζωής[20]


[1]     Hijmans [1959] σ. 58.
[2] Αυτό είναι φανερό στα Χρυσά Έπη, όπου βρίσκουμε τις προσταγές: «εἰθίζεο» (στ. 9), «ἔθιζε» (στ. 14), «εἰθίζου» (στ. 35), «ταῦτα πόνει, ταῦτ’ ἐκμελέτα» (στ. 45).
[3]     «Πενταετίαν θ΄ ἡσύχαζον͵ μόνον τῶν λόγων κατακούοντες καὶ οὐδέπω Πυθαγόραν ὁρῶντες εἰς ὃ δοκιμασθεῖεν» Διογένης Λαέρτιος 8.10.
[4]     Πορφύριος, Πυθαγόρειος βίος 40.1-15.
[5]     Ιάμβλιχος, Περὶ τοῦ Πυθαγορικοῦ βίου 21.96-100.
[6]     Cicero, Cato Maior 38.
[7]     Ιάμβλιχος, Περὶ τοῦ Πυθαγορικοῦ βίου 21.99. Βλ. και 6η επιστολή του Πλάτωνα (323c).
[8]     Διογένης Λαέρτιος 8.40.
[9]     Την άσκηση μνημονεύει και σχολιάζει ο Foucault [2003] σ. 69.
[10]    DK 68A1, A2, A4, A16.
[11]    DK 68Α169, 15.
[12]    DK 68Α27: «ἔνδον οἰκουρεῖν καὶ διατρίβειν». Βλ. και Α23, Α163. Σχετικά με τη διάθεσή του για ενδοσκόπηση βλ. και Ιπποκράτης, Ἐπιστ. 12.8: «πρὸς ἑωυτῷ καθεστεῶτος».
[13]    DK 68Α21 και Α28, 29.
[14]    DK απόσπ. 183.
[15]    DK απόσπ. 242: «Πλέονες ἐξ ἀσκήσιος ἀγαθοὶ γίνονται ἢ ἀπὸ φύσιος».
[16]      «Ἁμαρτίης αἰτίη ἡ ἀμαθίη τοῦ κρέσσονος» DK απόσπ. 83. Διαβάζουμε, επίσης, στο απόσπ. 33: «Ἡ φύσις καὶ ἡ διδαχὴ παραπλήσιόν ἐστι. Καὶ γὰρ ἡ διδαχὴ μεταρυσμοῖ τὸν ἄνθρωπον͵ μεταρυσμοῦσα δὲ φυσιοποιεῖ».
[17]    DK απόσπ. 37, 105, 187.
[18]    Βλ. π.χ. DK απόσπ. 284.
[19]    Δημόκριτος, DK Test. 1.106-109
[20]    Seneca, Tranq. 15.2-3, μτφ. Πετρόχειλος.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα